fb

Πληροφορίες για: Μαδαγασκάρη

Περιγραφή

H Μαδαγασκάρη είναι νησιωτική χώρα με έκταση 587.041 τετρ. χλμ. και πληθυσμό 20.763.897 και το 4ο σε μέγεθος νησί του κόσμου. Βρίσκεται έναντι της νοτιοανατολικής ακτής της Αφρικής δημιουργώντας με την ακτή της Μοζαμβίκης το δίαυλο Μαδαγασκάρης συνολικού μήκους 980 μιλίων και εύρους μεγίστου 360 μιλίων και ελαχίστου 250 μιλίων. Πρωτεύουσα του κράτους είναι η Ανταναναρίβο. Η οικονομία βασίζεται κυρίως στη γεωργία, στην αλιεία και στον τουρισμό. Απέκτησε την ανεξαρτησία της το 1960 από τη Γαλλία , της οποίας υπήρξε αποικία. Την τελευταία δεκαετία χαρακτηρίζεται από πολιτικές ταραχές, με αποκορύφωμα δύο κρίσεις εξουσίας ανάμεσα σε κυβέρνηση και σε αντιπολίτευση. Σήμερα κυβερνά μεταβατική κυβέρνηση, με προσωρινό πρόεδρο τον Αντρί Ραζοελίνα και πρωθυπουργό τον στρατιωτικό Αλμπέρ Καμίγ Βιτάλ. Ονομάστηκε έτσι στη Malagasy γλώσσα από το όνομα του νησιού το οποίο προήλθε από τη Μαλαισιανή διάλεκτο που σημαίνει <<τέλος της Γης>>.

Το νησί της Μαδαγασκάρης αποχωρίστηκε από την Αφρική περισσότερο από 80 εκατομμύρια χρόνια πριν. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς αρχαιολόγων, η ανθρώπινη παρουσία ανάγεται στην περίοδο από το 200 ως το 500 μ. Χ. , ενώ θαλασσοπόροι από τη νοτιοανατολική Ασία (πιθανότατα από τη Βόρνεο ή τη νότια Κελέβη) έφτασαν με κανό. Επίσης έποικοι Μπαντού πιθανότατα διέσχισαν τον Πορθμό της Μοζαμβίκης και πήγαν στη Μαδαγασκάρη την ίδια περίπου περίοδο ή και λίγο μετά. Η γραπτή ιστορία του νησιού ξεκινά τον έβδομο αιώνα, όταν οι Άραβες ίδρυσαν οικισμούς κατά μήκος της βορειοδυτικής ακτής και πρώτοι άλλαξαν τη γραφή της μαλαγασικής γλώσσας στη Sorabe. Στη διάρκεια του Μεσαίωνα οι επικεφαλής των διαφόρων φυλών άρχισαν να επεκτείνουν την κυριαρχία τους μέσω του εμπορίου με τους γείτονές τους στον Ινδικό Ωκεανό, κυρίως στην Ανατολική Αφρική, στη Μέση Ανατολή και στην Ινδία. Ιδρύθηκαν μεγάλες περιοχές από εκτάσεις που ανήκαν σε φυλάρχους, όπως αυτές των Σακαλάβα στη Μενάμπε, στο κέντρο της σημερινής πόλης Μοροντάβα και στη Μπόινα, στο κέντρο της σημερινής επαρχιακής πρωτεύουσας Μαχατζάνγκα.Η επιρροή των Σακαλάβα επεκτάθηκε προς τις Αντσιρανανά, Μαχατζάνγκα και Τολιάρα. Η επαφή με τους Ευρωπαίους ξεκίνησε το 1500, όταν ο Πορτογάλος θαλασσοπόρος Ντιέγκο Ντιάζ αντίκρισε για πρώτη φορά το νησί, έπειτα από την απόσπαση του πλοίου του από το στόλο που πήγαινε προς την Ινδία. Οι Πορτογάλοι συνέχισαν να έχουν εμπορικές σχέσεις με τους κατοίκους του νησιού και ονόμασαν το νησί Άγιο Λαυρέντιο ("Sāo Lourenço"). Το 1665 έπλευσε προς τη Μαδαγασκάρη ο Γενικός Διευθυντής της νεοσυσταθείσας Γαλλικής Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών, Φρανσουά Καρόν. Η Εταιρεία απέτυχε να ιδρύσει αποικία στο νησί, ωστόσο ίδρυσε λιμάνια στα γειτονικά νησιά Μπουρμπόν και Ιλ ντε Φρανς (σημερινά Ρεϊνιόν και Μαυρίκιος). Στα τέλη του 17ου αιώνα ιδρύθηκαν εμπορικοί οικισμοί από τους Γάλλους στις ανατολικές ακτές. Την περίοδο από το 1774 ως το 1824 η Μαδαγασκάρη αποτέλεσε δημοφιλές άντρο για πειρατές, όπως Αμερικανούς, ένας εκ των οποίων έφερε ρύζι της Μαδαγασκάρης στη Νότια Καρολίνα. Πολλοί Ευρωπαίοι ναυάγησαν με τα πλοία τους στις ακτές του νησιού, μεταξύ των οποίων ο Ρόμπερτ Ντράρι, του οποίου το ημερολόγιο αποτελεί τη μόνη γραπτή απεικόνιση της ζωής στα νότια του νησιού στη διάρκεια του 18ου αιώνα. Από τη δεκαετία του 1790, οι ηγεμόνες Μερίνα εδραίωσαν την κυριαρχία τους σε όλο το νησί. Το 1817 ο ηγεμόνας των Μερίνα και ο Βρετανός Κυβερνήτης του Μαυρίκιου σύναψαν συμφωνία για κατάργηση του δουλεμπορίου, που ήταν σπουδαίο για την οικονομία της Μαδαγασκάρης. Σε αντάλλαγμα, το νησί ενισχύθηκε στρατιωτικά και οικονομικά από τους Βρετανούς. Η βρετανική επιρροή διήρκεσε επί αρκετές δεκαετίες, στη διάρκεια των οποίων η Αυλή των Μερίνα ασπάστηκαν το δόγμα των Πρεσβυτεριανών, Κονγκρεκασιοναλιστών και Αγγλικανών. Έπειτα από την κυριαρχία του Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού της Αγγλίας και το τέλος του δουλεμπορίου των Αράβων, οι Σακαλάβα της Δύσης απώλεσαν την εξουσία τους και υποτάχθηκαν στο νεοσύστατο κράτος των Μερίνα. Οι Μπετσιμισαράκα της ανατολικής ακτής επίσης ενοποιήθηκαν, όμως η ένωση αυτή σύντομα άρχισε να παραπαίει.

Γαλλική επέμβαση και αποικιοκρατία

Οι Γάλλοι εισέβαλαν στη Μαδαγασκάρη το 1883 και ξέσπασε ο πρώτος Πόλεμος Γαλλίας και Χόβα, με σκοπό να ξαναπάρουν οι Γάλλοι πολίτες την περιουσία που είχαν στερηθεί. . Έπειτα από τη λήξη των πολέμων, η Μαδαγασκάρη παραχώρησε την Αντσιρανανά (Ντιέγκο Σουαρέζ) στη Γαλλία και κατέβαλε το ποσό των 560.000 χρυσών φράγκων στους κληρονόμους του Ζοζέφ-Φρανσουά Λαμπέρ. Το 1890 οι Βρετανοί δέχτηκαν να γίνει το νησί προτεκτοράτο της Γαλλίας. Το 1895 οι Γάλλοι έφτασαν αεροπορικώς στην Μαχατζάνγκα και προχώρησαν προς την πρωτεύουσα Ταναναρίβη, όπου οι υπερασπιστές της πόλης εξεπλάγησαν , καθώς ανέμεναν επίθεση από την πλησιέστερη ανατολική ακτή. Προτού τελειώσει ο δεύτερος Πόλεμος Γάλλων και Χόβα, 20 Γάλλοι στρατιώτες σκοτώθηκαν σε συγκρούσεις και 6.000 βρήκαν το θάνατο από ελονοσία και από άλλες ασθένειες. Έπειτα από το τέλος των εχθροπραξιών, το 1896 ψηφίστηκε από το Γαλλικό Κοινοβούλιο η προσάρτηση της Μαδαγασκάρης. Η 103χρονη μοναρχία των Μερίνα τερματίστηκε και η βασιλική οικογένεια εξορίστηκε στην Αλγερία. Το Δεκέμβριο του 1904 ο ρωσικός στόλος της Βαλτικής προσάραξε στην Αντσιρανανά για κάρβουνο και ανεφοδιασμό, προτού αντιμετωπίσει το στόλο της Ιαπωνίας στη Ναυμαχία της Τσουσίμα. Προτού αναχωρήσουν, οι Ρώσοι ναυτικοί υποχρεώθηκαν να αφήσουν στην ακτή τα ζώα που είχαν αποκτήσει, πιθήκους, μπόα με κόκκινη ουρά και έναν κροκόδειλο. Στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, στρατεύματα της Μαδαγασκάρης πολέμησαν στη Γαλλία, στο Μαρόκο και στη Συρία.Λίγο πριν την παράδοση της Γαλλίας στους Ναζί, η Γερμανία σχεδίαζε να απελάσει με τη βία όλους τους Εβραίους της Ευρώπης στη Μαδαγασκάρη. Επρόκειτο για το λεγόμενο Σχέδιο Μαδαγασκάρη, για το οποίο όμως ποτέ δεν αναλήφθηκε δράση. Έπειτα από την πτώση της Γαλλίας στο ναζιστικό καθεστώς, η κυβέρνηση Βισί διοίκησε τη Μαδαγασκάρη. Το νησί καταλήφθηκε από βρετανικά στρατεύματα το 1942 κατά τη ναυμαχία της Μαδαγασκάρης. Στη συνέχεια οι Βρετανοί παρέδωσαν τον έλεγχο της διακυβέρνησης του νησιού στην κυβέρνηση των Ελευθέρων Γάλλων, με επικεφαλής το Στρατηγό Σαρλ Ντε Γκωλ. Το 1947 ξέσπασε εθνικιστική εξέγερση από τους ιθαγενείς, η οποία καταπνίγηκε από τους Γάλλους, με απολογισμό 90.000 νεκρούς έπειτα από πολύμηνες και σφοδρές συγκρούσεις. Στη συνέχεια οι Γάλλοι ίδρυσαν αναμορφωτικούς θεσμούς το 1956 υπό την Πράξη Loi Cadre και το νησί οδηγήθηκε με ειρηνικό τρόπο προς την ανεξαρτησία του. Στις 14 Οκτωβρίου 1958 ανακηρύχθηκε η Μαλαγασική Δημοκρατία, ως αυτόνομο κράτος εντός της Γαλλικής Κοινότητας. Έπειτα από προσωρινή κυβέρνηση, υιοθετήθηκε Σύνταγμα το 1959 και τελικά το 1960 στις 26 Ιουνίου η χώρα έγινε ανεξάρτητη πλήρως.

Νεότερη και σύγχρονη ιστορία

Πρώτος Πρόεδρος του νέου κράτους αναδείχθηκε ο Φιλιμπέρ Τσιρανάνα, αρχηγός του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και με την υποστήριξη της Γαλλίας. Ο Τσιρανάνα, εκφραστής της πλειονότητας των πληθυσμών Κοτιέ, εγκαθίδρυσε καθεστώς προεδρικού τύπου. Το 1975, έπειτα από πραξικόπημα, κατέλαβε την εξουσία ο Ντιντιέ Ρατσιράκα και η χώρα μετονομάστηκε σε Λαϊκή Δημοκρατία. Έναν χρόνο μετά ιδρύθηκε και το μοναδικό κόμμα που αναγνωρίστηκε και κυριάρχησε επί σχεδόν 20ετία, ο Σύνδεσμος για την Αναγέννηση της Μαδαγασκάρης. Στα επόμενα χρόνια, εκδηλώθηκαν αρκετές απόπειρες πραξικοπήματος και κορυφώθηκαν οι παραδοσιακές αντιθέσεις των δύο εθνοτήτων: των εθνικιστών Μερίνα και των Κοτιέ. Το 1990 η χώρα έγινε πολυκομματική δημοκρατία και έπειτα από πιέσεις της Αντιπολίτευσης, που οδήγησαν στο να κηρυχθεί η χώρα σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και σε συγκρούσεις, το 1992 ψηφίστηκε νέο Σύνταγμα, που εγκρίθηκε σε δημοψήφισμα. Στις εκλογές της επόμενης χρονιάς αναδείχθηκε νικητής ο Αλμπέρ Ζαφί, τον οποίο διαδέχθηκε το 1996 το «Γεράκι της Μαδαγασκάρης», όπως ονόμαζε ο Τύπος τον Ντιντιέ Ρατσιράκα. Το 1998 αποφασίστηκαν σε δημοψήφισμα αλλαγές στο Σύνταγμα και το κράτος απέκτησε ομοσπονδιακή μορφή. Οι πρώτες εκλογές για Γερουσία διεξήχθησαν το 2001. Στις προεδρικές εκλογές του ιδίου έτους, ο Ρατσιράκα ηττήθηκε από τον ανεξάρτητο Μαρκ Ραβαλομανάνα, ο οποίος και επικράτησε έπειτα από στρατιωτική και πολιτική κρίση. Ο Ρατσιράκα αρνούμενος να αποδεχτεί την ήττα του κήρυξε στρατιωτικό νόμο στην πρωτεύουσα και ο Ραβαλομανάνα αυτοανακηρύχθηκε πρόεδρος το Φεβρουάριο του 2002. Ακολούθησαν ταραχές, που έφεραν τη χώρα στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου και επέφεραν την αναστολή της ένταξης στην Αφρικανική Ένωση. Τελικά, το Ανώτατο Δικαστήριο ανακήρυξε νικητή το Ραβαλομανάνα και ο Ρατσιράκα εγκατέλειψε τη χώρα και οριστικά την εξουσία. Ο Ραβαλομανάνα κέρδισε και στις προεδρικές εκλογές του 2006. Ωστόσο, ήρθε σε ρήξη με τον αρχηγό της αντιπολίτευσης, Αντρί Ραζοελίνα και στη χώρα ξέσπασαν ταραχές, με απολογισμό περισσότερους από 135 νεκρούς το 2009. Στις 17 Μαρτίου του 2009 ο Ραβαλομανάνα παραιτήθηκε από πρόεδρος και παρέδωσε την εξουσία στο στρατό, ο οποίος είχε ήδη υποστηρίξει τον αντίπαλό του αρχηγό της αντιπολίτευσης.

Αρχηγός Κράτους είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος διορίζει τον Πρωθυπουργό. Η Εθνοσυνέλευση ασκεί τη νομοθετική εξουσία. Σήμερα το πολίτευμα είναι στρατιωτικό καθεστώς με επικεφαλής της Ανώτατης Μεταβατικής Αρχής τον Αντρί Ραζοελίνα και πρωθυπουργό τον Αλμπέρ Καμίγ Βιτάλ. Η μεταβατική αυτή κυβέρνηση πρόκειται να προβεί σε αλλαγή του Συντάγματος και στη διεξαγωγή εκλογών εντός δύο ετών. H λειτουργία του Κοινοβουλίου έχει ανασταλεί από τις 19 Μαρτίου του 2009. Δικαίωμα ψήφου έχουν όσες και όσοι είναι ηλικίας 18 ετών και άνω.

Η νησιωτική χώρα αποτελείται από το νησί με το ίδιο όνομα και από άλλα μικρότερα. Σε γενικές γραμμές η Μαδαγασκάρη φαίνεται ως ένας μεγάλος βραχώδης όγκος, με κλίση προς τη δύση. Μπορεί κανείς να διακρίνει πέντε γεωγραφικές περιοχές: την ανατολική ακτή, την περιοχή του υψιπέδου Τσαρατανάνα (Tsaratanana Massif), τα κεντρικά υψίπεδα, τη δυτική ακτή και το νοτιοδυτικό τμήμα. Το υψόμετρο κυμαίνεται από 1000 ως 1500 μέτρα στο κεντρικό τμήμα του νησιού και φτάνει τα 2.000 μ. Στα ανατολικά οι συνθήκες που επικρατούν είναι δυσχερείς για την ανθρώπινη διαβίωση εξαιτίας του κλίματος, που είναι θερμό και υγρό. Παρ’ όλ’ αυτά, στην εν λόγω περιοχή καλλιεργήθηκαν αρχικά από τους Άραβες και στη συνέχεια από τους Ινδούς και τους Ευρωπαίους διάφορα φυτά, όπως καφές, ζαχαροκάλαμο και μπαχαρικά. Στα νοτιοδυτικά του νησιού από το Ακρωτήριο Αγίου Βικεντίου ως το Ακρωτήριο Αγίας Μαρίας βρίσκονται οι πλέον άγονες περιοχές του νησιού. Στα βόρεια εκτείνεται το όρος Άμπρε και η ευρύτερη περιοχή ονομάζεται Μεγάλες Γαίες. Εκεί το κλίμα και το υψόμετρο ευνοούν τη βλάστηση, που ξεκινά από δάση αειθαλών δέντρων και καταλήγει σε δάση με φυλλοβόλα δέντρα και σε σαβάνες με μπαομπάμπ. Υπάρχει επίσης κοντά στο Άμπρε μια λοφώδης και πεδινή περιοχή , που ορίζεται στα νοτιοανατολικά από το όρος Τσαρατανάνα (2.876 μ.), όπου βρίσκεται η κορυφή Μαρομοκότρο, η ψηλότερη στο νησί. Τέλος η ακτή πλαισιώνεται από διάφορα νησιά, μεταξύ των οποίων και το ηφαιστειογενές νησί Νόζι Μπε. Το ανατολικό και το δυτικό τμήμα της Μαδαγασκάρης διαρρέεται από διάφορους ποταμούς με μεγαλύτερο τον Μανανάρα και άλλους όπως ο Μανγκόρο, ο Μανινγκόρι, ο Μαχαβάβι, ο Μπετσιμπόκα, ο Τσιριμπιχίνα, ο Ονιλάχι, ο Μάνια και ο Μανγκόκι, που είναι και μεγαλύτερος σε μήκος. Μεγαλύτερη λίμνη είναι η Αλαότρα, μήκους 40 χλμ.

Με βάση τους γεωγραφικούς παράγοντες και μετεωρολογικά φαινόμενα διακρίνονται:

  • ισημερινού τύπου, πολύ ζεστό και σταθερά υγρό και βροχερό, κατά μήκος της ανατολικής ακτής
  • μουσωνικού τύπου, με δύο εποχές, που χωρίζονται σε βροχερή και ξηρή, το οποίο χαρακτηρίζεται από τους μουσώνες από τα βορειοδυτικά.
  • ορεινό τροπικό, ηπειρωτικού τύπου, το οποίο είναι ημιάγονο. Χαρακτηρίζεται από συνθήκες που εξαρτώνται περισσότερο από το γεωγραφικό πλάτος.

Ο πληθυσμός του νησιού αποτελείται κυρίως από Αυστραλομαλαισιανούς (με καταγωγή από τον Ειρηνικό και την Αφρική). Οι πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι το νησί ήταν ακατοίκητο μέχρι την άφιξη των Αυστραλομαλαισιανών θαλασσοπόρων περίπου 1.500- 2.000 χρόνια πριν. Πρόσφατες έρευνες του DNA δείχνουν ότι οι Μαλαγάσιοι έχουν καταγωγή κατά το ήμισυ από Ανατολική Αφρική και κατά το άλλο μισό είναι Αυστραλομαλαισιανοί. Το 90% της μαλαγασικής γλώσσας περιέχει το ίδιο λεξιλόγιο με την περιοχή του ποταμού Μπαρίτο, στη νότια Βόρνεο. Ο πληθυσμός παρουσιάζει αυξητική τάση και ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης ήταν 3% το 2009, με μέση πυκνότητα 31,67 κατοίκους ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο (2006). Οι ανθρώπινες μεταναστεύσεις πληθυσμών από τις Ανατολικές Ινδίες και την Αφρική, οι οποίες επακολούθησαν, οριστικοποίησαν το αρχικό μίγμα και προέκυψαν 36 αυτόνομες φυλετικές ομάδες. Τα ασιατικά χαρακτηριστικά παρουσιάζουν κυρίως οι Μερίνα, που είναι γνωστοί και ως Χόβα. Αριθμούν 3.000.000 ανθρώπους και κατάφεραν να επιβληθούν , πριν και κατά τη διάρκεια της αποικιοκρατίας, στις άλλες ομάδες που εργάζονταν στα κεντρικά υψίπεδα. Πιο αμιγείς ως προς την καταγωγή τους είναι οι Κοτιέ που ζουν στις ακτές. Εκπρόσωποί τους είναι οι Μπετσιμισαράκα (1,5 εκατομμύριο) , καθώς επίσης οι Τσιμιχέτι και οι Σακαλάβα (700.000 η καθεμιά εθνότητα). Στα νοτιοδυτικά ζουν οι Βέζο. Δύο από τις φυλές του Νότου είναι οι Ανταντρόι και οι Αντανόσι. Στην Ιμέρινα οι πρώτοι οικισμοί ήταν οχυρωμένοι και δέσποζαν επάνω σε υψώματα, τα «ρόβα». Σήμερα τα τελευταία χρησιμοποιούνται ως πρότυπα για τις κατοικίες των καλλιεργητών ρυζιού. Στα κεντρικά υψίπεδα της Ιμέρινα βρίσκονται οι πλέον πυκνοκατοικημένες περιοχές. Το μεγαλύτερο μέρος των Μαλαγάσιων ζουν σε αγροτικά χωριά στα υψίπεδα του νησιού. Υπάρχουν επίσης περιοχές προνομιούχων, με ευρύχωρα σπίτια των οποίων η αρχιτεκτονική μιμείται εκείνη της Ευρώπης. Στα δυτικά υπάρχουν αρκετά ψαροχώρια, κτισμένα κάτω από τους φοίνικες, με σπίτια κατασκευασμένα πάλι σε στιλ που θυμίζει εκείνα της Ευρώπης. Ειδικότερα, στα βόρεια υψίπεδα ζουν οι Τσιμιχέτι, οι οποίοι ασχολούνται με τη γεωργία και με την κτηνοτροφία. Στο Νότο διαβιούν οι μελαψοί Μπάρα και οι συγγενείς με αυτούς Σακαλάβα, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην ίδια περιοχή το 19ο αιώνα. Στις έρημες περιοχές του βορρά κατοικούν οι Ανταντρόι και κατά μήκος της ανατολικής ακτής οι Νέγροι Μπετσιμισαράκα. Στα ανατολικά και νοτιοανατολικά της χώρας ζουν οι Ανταϊμόρο. Κατά την περίοδο της γαλλικής αποικιοκρατίας (1895-1960) και κάποια χρονική περίοδο μετά την ανεξαρτησία, οι κάτοικοι της χώρας χωρίζονταν σε εθνοτικές ομάδες. Η πρακτική αυτή σταμάτησε κατά την πρώτη απογραφή έπειτα από την ανεξαρτησία (1975). Ως αποτέλεσμα αυτού, στα δελτία ταυτότητας δεν αναγράφεται η εθνοτική ομάδα και η θρησκεία του ατόμου. Επίσης, δεν υπάρχουν τοπικά πολιτικά κόμματα. Μετά την ανεξαρτησία, μόνο δύο απογραφές πληθυσμού έχουν διεξαχθεί ως σήμερα, η πρώτη το 1975 και η τελευταία το 1993. Σύμφωνα με την τελευταία πληθυσμιακή απογραφή, στη Μαδαγασκάρη ζούσαν 18.497 αλλοδαποί κάτοικοι ή το 0,15% του συνολικού πληθυσμού. Οι παλαιότεροι κάτοικοι του νησιού ήταν οι Ουαζίμπα πιθανότατα Πυγμαίοι στους οποίους κάνουν μνεία οι τοπικοί μύθοι. Εξαιτίας της θέσης του νησιού στον Ινδικό Ωκεανό αποτέλεσε τόπο προορισμού και παραμονής για άτομα από τη Νότια Ασία τη Μαλαισία την Αραβική χερσόνησο και την Αφρική. Πριν από περίπου δύο χιλιετίες ομάδες Αυστραλο-Μαλαισιανών που διέσχισαν τον Ινδικό Ωκεανό, εγκαταστάθηκαν στη Μαδαγασκάρη. Έπειτα, αφίχθησαν και κάτοικοι προερχόμενοι από τη Βόρνεο, όπως φαίνεται από το γλωσσικό τους ιδίωμα. Τελευταίοι έποικοι ήταν η φυλή Μερίνα τον 16ο αιώνα και ακολούθησαν οι Πορτογάλοι. Αυτοί έφεραν μαζί τους το ρύζι, το βαμβάκι και πιθανότατα το ζεμπού. Μεταξύ 7ου και 9ου αιώνα ιδρύθηκαν αραβικές αποικίες. Οι Άραβες μετέφεραν ως δούλους πολλούς Νέγρους από την Αφρική. Μετά τον 19ο αιώνα έκαναν την εμφάνισή τους στις ακτές και ύστερα στα ενδότερα Κρεολοί Μιγάδες που προήλθαν από την ένωση Μαλαγάσιων και Νέγρων. Υπάρχουν επίσης Κινέζοι και Ινδοί, που ασχολούνται με το εμπόριο και με τις φυτείες. Σήμερα εκτός από τους Μερίνα (λέγονται και Χόβα) υπάρχουν μικρότερες εθνότητες, όπως οι Μπετσιλέο, οι οποίοι ζουν στα ανατολικά. Στις παράκτιες περιοχές ζουν οι Κοτιέ, με εκπροσώπους τους Μπεσιμιτσαράκα και τους Σακαλάβα. Τέλος στη χώρα ζουν Κομόριοι, Γάλλοι, Ινδοί, Κρεολοί και άλλοι.

Η Μαδαγασκάρη διαθέτει αρκετά λιμάνια, με σημαντικότερα τη Μαχατζάνγκα, την Τοαμασίνα και την Αντσιρανανά. Το νησί διαθέτει γενικά καλό οδικό δίκτυο, που κάλυπτε συνολικά 65.663 χλμ. το 2003, εκ των οποίων τα 7.617 ήταν ασφαλτοστρωμένα. Η οδήγηση γίνεται στα δεξιά. Το σιδηροδρομικό δίκτυο εκτείνεται σε μήκος 854 χλμ. (με βάση στοιχεία του 2006). Οι αεροπορικές συγκοινωνίες εκτελούνται από τον κρατικό αερομεταφορέα, που είναι η Air Madagascar. Το 2008 λειτουργούσαν 90 αεροδρόμια.