fb

FREE DERRY, Η ταραγμένη ιστορία μιας πόλης

Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 μια λαϊκή εξέγερση ξέσπασε σε μια μικρή πόλη της Βόρειας Ιρλανδίας. Οι κάτοικοι έδιωξαν την τοπική αστυνομία και τις αρχές της πόλης και ανέλαβαν οι ίδιοι τη διοίκηση της πόλης. Η πόλη ήταν το Ντέρυ: για 3 ολόκληρα χρόνια, ένα μεγάλο μέρος της πόλης ήταν γνωστό ως «Ελεύθερο Ντέρυ» (Free Derry), μια περιοχή που για το διάστημα αυτό δεν αποτελούσε πλέον μέρος του Ηνωμένου Βασιλείου, μια «no go» περιοχή, όπου ούτε ο ίδιος ο βρετανικός στρατός δεν μπορούσε να εισέλθει.
Η λαϊκή αυτή εξέγερση ξεκίνησε από τη συνοικία Bogside, κάτω ακριβώς από τα τείχη της πόλης, και αφορμή ήταν οι επί μακρά σειρά ετών διακρίσεις εις βάρος των καθολικών κατοίκων της πόλης. Ολόκληρη η Ιρλανδία άλλωστε είναι κατά συντριπτική πλειοψηφία καθολική, εκτός από τις περιοχές όπου μέσα στους αιώνες εγκαταστάθηκαν Βρετανοί άποικοι, από την Αγγλία και τη Σκωτία.
Η Ιρλανδία υπήρξε η πρώτη αποικία της Βρετανίας. Στις αρχές του 20ου αι. ωστόσο η κεντρική και νότια Ιρλανδία απέκτησαν την ανεξαρτησία τους (έπειτα από πολλούς και αιματηρούς αγώνες). Η απάντηση της Βρετανίας ήταν να χωρίσει το ιρλανδικό έθνος και να κρατήσει τον Βορρά υπό τη δικαιοδοσία της. Στον Βορρά, οι προτεστάντες απόγονοι των Βρετανών εποίκων θεωρούσαν τους εαυτούς τους αμιγώς Βρετανούς, ενώ οι αυτόχθονες Ιρλανδοί, καθολικοί το θρήσκευμα, απέρριψαν τον διαχωρισμό πιστεύοντας σε μια ενωμένη Ιρλανδία.
Για να εξασφαλίσουν πως ο Βορράς θα παρέμενε για πάντα βρετανικός, το κράτος της Βόρειας Ιρλανδίας (με πρωτεύουσα το Μπέλφαστ) σχεδιάστηκε με τέτοιο τρόπο ώστε να κρατήσει τους αυτόχθονες καθολικούς μακριά από την τοπική εξουσία: και πουθενά δεν ήταν αυτό το γεγονός πιο ξεκάθαρο, από ό,τι στο Ντέρυ. Η πρακτική ήταν απλή: ο καθορισμός των εκλογικών τμημάτων στην πόλη ήταν σχεδιασμένος με τρόπο ώστε μεγάλες πληθυσμιακά κοινότητες καθολικών να εκλέγουν ένα μικρό αριθμό αντιπροσώπων, ενώ πολύ μικρότερες κοινότητες προτεσταντών είχαν τη δυνατότητα να εκλέγουν έναν πολύ μεγαλύτερο αριθμό αντιπροσώπων. Η πρακτική αυτή εφαρμοζόταν σε ολόκληρη τη Βόρεια Ιρλανδία, η επίδραση στο Ντέρυ ωστόσο ήταν καθοριστική, καθώς η πόλη ήταν ξεκάθαρα καθολική, με μια πολύ μικρή μειονότητα προτεσταντών. Πέρα από αυτό, οι καθολικοί του Ντέρυ αποκλείονταν από την αγορά εργασίαςαντιμετωπίζοντας τεράστιο πρόβλημα ανεργίας. Η κατάσταση αυτή διήρκεσε αρκετές δεκαετίες (από το 1921 έως τις αρχές του ’70), δημιουργώντας μια αυξανόμενη δυσαρέσκεια στην καθολική πλειοψηφία του Ντέρυ, που άρχισε να εκφράζεται με συνεχείς διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες (civil rights movement) στους δρόμους της πόλης, με επίκεντρο την συνοικία Bogside. Το 1968 και το 1969 τα επεισόδια ήταν καθημερινό φαινόμενο, με έντονη τη χρήση βίας από τη βρετανική αστυνομία, χωρίς να λείψουν τα θύματα. Το καλοκαίρι του 1969, στις 12 Αυγούστου, ξέσπασε μια μεγάλης κλίμακας σύγκρουση των καθολικών κατοίκων με την αστυνομία, που έμεινε γνωστή ως «η Μάχη του Bogside». Κράτησε τρεις μέρες, και έληξε με την απόσυρση των εξαντλημένων αστυνομικών δυνάμεων και την οχύρωση (με οδοφράγματα) μεγάλου μέρους της πόλης από τους ίδιους τους κατοίκους: το Ελεύθερο Ντέρυ μόλις είχε γεννηθεί.
Η απάντηση του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν η αποστολή του στρατού στην περιοχή: συγκρούσεις ανάμεσα στον πλήρως εξοπλισμένο βρετανικό στρατό και τους αμυνόμενους κατοίκους του Ντέρυ ήταν καθημερινό φαινόμενο. Το αποκορύφωμα ήταν η Ματωμένη Κυριακή (Bloody Sunday), στις 30 Ιανουαρίου 1972, όταν άντρες του Βρετανικού Συντάγματος Αλεξιπτωτιστών εισέβαλλε στο Bogside σκοτώνοντας 14 πολίτες, χωρίς να υπάρξει κάποια προκλητική κίνηση από τους κατοίκους, όπως παραδέχθηκε πολύ αργότερα (το 2010) και το επίσημο πόρισμα της βρετανικής κυβέρνησης. Λίγους μήνες αργότερα, στις 31 Ιουλίου 1972, μια μεγάλης κλίμακας επιχείρηση του στρατού (22.000 άντρες, όταν ολόκληρος ο καθολικός πληθυσμός του Ντέρυ δεν ξεπερνούσε τους 30.000) με την κωδική ονομασία Operation Motorman, έθεσε τέλος στο Ελεύθερο Ντέρυ, επαναφέροντας την πόλη υπό βρετανική διοίκηση. Ακολούθησαν τρεις δεκαετίες εκτεταμένων συγκρούσεων ανάμεσα στις βρετανικές αρχές και τους καθολικούς Ιρλανδούς, μια περίοδος γνωστή ως «οι Μπελάδες» (the Troubles), με εκατοντάδες θύματα.
Σήμερα η κατάσταση είναι απόλυτα ειρηνική, οι συνθήκες έχουν εξομαλυνθεί, τα δικαιώματα των καθολικών Βορειοϊρλανδών έχουν αποκατασταθεί: η ιστορία των ταραγμένων εκείνων χρόνων αποτυπώνονται εύγλωττα στα περίφημα murals, τις πελώριες ζωγραφιές στους τοίχους των πολυκατοικιών της πόλης, έργα της ομάδας καλλιτεχνών The Bogside Artists, που έζησαν από πρώτο χέρι ολόκληρη την ταραγμένη αυτή περίοδο…